Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
σπουδαιως
σπουδαίως
; 1) усердно, тщательно, заботливо
ex. (ποιεῖν τι Her., Arst.)
; 2) серьезно, с серьезным видом
ex. (ἐνδοῦναί τινί τι Xen.)
; 3) поспешно, скоро
ex. (πέμψαι τινά NT.)
; 4) отлично, превосходно
ex. (τέν ὑγίειαν ἔχειν καὴ σ. διακεῖσθαι Arst.)