Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
τριακοντα
τριάκοντα
τριάκοντα (ᾱκ), ион. τριήκοντα οἱ , noun=_f.pl. αἱ , τά indecl. (редко gen. τριηκόντων Hes., Anth., dat. τριηκόντεσσιν Anth.) тридцать:
οἱ τ. Xen. (в Спарте) совет тридцати (при царе), Plat. (в Афинах) тридцать тираннов.