Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
παγκρατης
παγκρᾰτής
παγ-κρᾰτής adj=2 2
; 1) всевластный, всемогущий (Ζεύς Aesch., Soph.; Ἀπόλλων Eur.; κόρα, sc. Ἀθηνᾶ Arph.; ἕδραι, sc. Διός Aesch.);
; 2) победоносный (φονεύς τινος Aesch.);
; 3) всепобеждающий, овладевающий всем (χρόνος, ὕπνος, τὸ σέλας Soph.).