Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
εντευξις
ἔντευξις
ἔν-τευξις
-εως ἡ
; 1) встреча
ex. (τινι Plat.)
; 2) общение, обхождение
ex. (πρός τινας Arst.)
; 3) посещение, беседа
ex. (τινος Aeschin. и πρός τινα Plut.)
ἐντεύξεις ποιεῖσθαί τινι Isocr., Polyb. — иметь беседы с кем-л.
; 4) предложение, просьба
ex. (ἔντευξιν δέχεσθαι Polyb. или διωθεῖσθαι Plut.)
; 5) чтение
ex. (τῆς πραγματείας Polyb.)