Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
κλιμα
κλίμα
-ατος (ῐ) τό <κλίνω>
; 1) склон, скат, спуск
ex. ἑκάτερον τὸ κ. Polyb. — оба склона (горы)
; 2) страна света, климатический пояс
ex. (βόρειον Arst.; ὑπάρκτιον Plut.; ἐν τοῖς κλίμασι τούτοις NT.)
τὰ πρὸς μεσημβρίαν κλίματα τῆς Μηδίας Polyb. — южные области Мидии