Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
διακοσμος
διάκοσμος
διά-κοσμος
ὁ
; 1) воен. строй, построение, боевой порядок
ex. (Βοιωτῶν παρασκευέ καὴ δ. Thuc.; συνταράξαι τὸν τῶν πολεμίων διάκοσμον Plut.)
; 2) устроение, организация
ex. (τοῦ βίου Arst.)
; 3) устройство, строение
ex. (οὐρανοῦ Arst.)
; 4) «Мироздание», или «Мир» (название двух сочинений Демокрита: ὁ μέγας Δ. и ὁ μικρὸς Δ.) Diog.L.