Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
διακρισις
διάκρισις
διά-κρῐσις
-εως ἡ
; 1) разделение, разложение
ex. (σύγκρισις καὴ δ. Plat., Arst.)
; 2) лощина, ущелье
ex. (διακρίσεις βαθεῖαι Xen.)
; 3) разбор, решение
ex. (τέν διάκρισιν ἀποδοῦναί τινι Plat.)
οἱ δεόμενοι διακρίσεως Xen. — тяжущиеся стороны
; 4) спор, разногласие
ex. (τῶν ἀνδρῶν πρὸς ἀλλήλοις Polyb.)
; 5) различение
ex. (διακρίσεως ἄξια γένη Plat.)
; 6) (ис)толкование
ex. (σημείων Diod.)
; 7) выделение, испарение
ex. (καπνώδης Arst.)