Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
συγκεφαλαιωσις
συγκεφαλαίωσις
συγ-κεφᾰλαίωσις
-εως ἡ подведение итога, сводка
ex. ἡ σ. τῶν ὑπαρχόντων δικαίων Polyb. — кодификация действующих законов;
ἡ σ. τῶν ἐπὴ μέρους εἰς τὸ καθόλου Sext. — сведение частного к общему