Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Πανδελετειος
Πανδελέτειος
Πανδελέτειος adj=2
2
[Πανδέλετος]
панделетов(ский)
,
т. е.
жульнический
(γνῶμαι
Arph.
).