Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
περιφανως
περιφᾰνῶς
περι-φᾰνῶς
; 1) явно, очевидным образом, открыто (καταλύειν τὴν δημοκρατίαν Arph.);
; 2) ясно, наглядно, воочию (ἰδεῖν τινα Soph.);
; 3) славно, со славой (καλὰ ἔργα ἐργάζεσθαι Plat.; ἀγωνίζεσθαι Plut.).