Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
επιφανεια
ἐπιφάνεια
ἐπι-φάνεια
(ᾰ) ἡ
; 1) (по)явление
ex. (τῶν πολεμίων Polyb.; τῶν θεῶν Plut.)
ἐ. τῆς ἡμέρας Polyb. — рассвет
; 2) чудесное явление, проявление божественной силы
ex. (ἐν ταῖς θεραπείαις Diod.)
; 3) (тж. ἡ ἔξω ἐ. Arst. и ἡ ἐκτὸς ἐ. Polyb.) внешняя (наружная) сторона, бок
ex. (τρεῖς ἐπιφάνειαι τῆς πόλεως Polyb.)
; 4) поверхность
ex. (ἐ. λεία Arst.; εἰς τέν ἐπιφανειαν ἐκπίπτειν Diod.)
; 5) воен. фланг
ex. (κατὰ τὰς ἐπιφανείας μάχεσθαι Polyb.)
ἡ κατὰ πρόσωπον ἐ. Polyb. — фронт
; 6) поверхность тела, кожа
ex. (οἱ Πυθαγόρειοι την ἐπιφάνειαν χροιὰν ἐκάλουν Arst.)
; 7) (внешний) блеск, известность, почет
ex. (ἐ. καὴ δόξα Plut.; ἐπιφάνειαι καὴ λαμπρότητες Isocr.)