Α    Β    Γ    Δ    Ε    Ζ    Η    Θ    Ι    Κ    Λ    Μ    Ν    Ξ    Ο    Π    Ρ    Σ    Τ    Υ    Φ    Χ    Ψ    Ω

διαφορα

διαφορά

δια-φορά

; 1) различие, разница
           ex. (τινος πρός τινα и πρός τι Arst., Plut.)
; 2) различие, неравенство
           ex. (διαλύειν τὰς διαφορὰς τῶν πολιτῶν Arst.)
; 3) видовое отличие, видовой признак
           ex. (δ. εἰδοποιός Arst.)
; 4) вид, разновидность
           ex. (αἱ διαφοραὴ καὴ τὰ γένη Arst.; ἰδέαι καὴ διαφοραί Plut.)
; 5) превосходство, преимущество
           ex. (καλὸν γενέσθαι καί τινα διαφορὰν ἄλλην ἔχειν Plat.)
; 6) разногласие, разлад, раздор, спор
           ex. (πρός τινα Plat., Plut., τινι Eur. и τινι καί τινι Plat.)
τὰς διαφορὰς παντὴ μᾶλλον ἢ μάχῃσι καταλαμβάνειν Her. — улаживать спор любыми средствами, но не сражениями