Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
καταλληλα
κατάλληλα
κατ-άλληλα
adv.
; 1) одновременно
ex. (κ. Μακεδόνων μὲν ἀπὸ τῆς Ῥωμαίων φιλίας, Λακεδαιμονίων δὲ τῆς τῶν Ἀχαιῶν συμπολιτείας ἀποστάντων Polyb.)
; 2) последовательно
ex. (αἱ κ. γενόμεναι πράξεις Polyb.)