Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Ι / 1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16 17 18 19 20 21 22 23 24 25 26 27 28 29 30 31 32 33 34 35 36 37 38 39 40 41 42 43 44 45 46 47 48 49 50 51 52 53 54 55 56 57 58 59 60 61 62 63 64 65 66 67 68 69 70 71 72 73 74 75 76 77 78 79 80 81 82 83 84 85 86 87 88 89 90 91 92 93 94 95 96 97 98 99 100 101 102 103 104 105 106 107 108 109 110 111 112 113 114 115 116ιμασθληбич, плеть, кнут
ἱμάσκωἱμασσίαιμασσωбить, ударять, сечь, стегать
ἱματεύομαιἱματηγόςιματιδαριονодежонка
ιματιδιονодежонка, платьице
ιματιζωодевать
ἱματιοθήκηιματιοκαπελοςторговец платьем
ἱματιοκάπηλοςιματιοκλεπτηςвор, крадущий одежду
ἱματιομίσθηςἱματιομισθωτήςιματιονткань, холст, полотно
гиматий, плащ, одежда
тога
ἱματιοπαραλήμπτηςἱματιοπλύτηςἱματιοποιΐαἱματιοπράτηςἱματιοπώλης